autolytic$6068$ - translation to ολλανδικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

autolytic$6068$ - translation to ολλανδικά

CELLULAR PROCESS
Autolyse; Autolytic; Autodigestion; Autodigest; Autolyzed; Self-digestion
  • Histopathology of thyroid parenchyma with autolytic changes seen at [[autopsy]], with [[thyroid follicular cell]]s sloughing off into the follicles.

autolytic      
adj. Autolytisch, van autolyse (van zelfontleding, afbreking van weefsel als gevolg van werking van enzymen die aanwezig zijn in het weefsel)

Ορισμός

debridement
[de?'bri:dm?debridement, d?'bri:dm(?)nt]
¦ noun Medicine the removal of damaged tissue or foreign objects from a wound.
Origin
C19: from Fr., from debrider, lit. 'unbridle', based on bride 'bridle' (of Gmc origin).

Βικιπαίδεια

Autolysis (biology)

In biology, autolysis, more commonly known as self-digestion, refers to the destruction of a cell through the action of its own enzymes. It may also refer to the digestion of an enzyme by another molecule of the same enzyme.

The term derives from the Greek αὐτο- ("self") and λύσις ("splitting").